Αρχική Σελίδα   |    ΔΗΜΟΣ ΛΑΓΚΑΔΑ    |    ΟΙ ΔΗΜΟΙ    |    ΟΙΚΙΣΜΟΙ    |    ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ & ΜΟΥΣΕΙΑ    |    ΣΥΛΛΟΓΟΙ    |    ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ    |    ΑΓΓΕΛΙΕΣ    |    ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΕΙΤΕ    |    ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
20/4/2024 00:22:21





















Επισκέπτες Online: 1107


Λίστα Ενημέρωσης

Συμπληρώστε το email σας για να λαμβάνετε ενημερώσεις.






Η Σοφία Βέμπο και ο Λαγκαδάς
30-10-2020
Η Σοφία Βέμπο και ο Λαγκαδάς
 

Τις μέρες αυτές της εθνικής μας γιορτής και της περηφάνιας, γέμισε η ατμόσφαιρα και τα αυτιά μας από μουσικές και τραγούδια της νίκης και κυρίως από τραγούδια της μεγάλης του Επους της υπέροχης Σοφίας Βέμπο. Αυτό που ίσως δεν γνωρίζουμε οι περισσότεροι Λαγκαδιανοί είναι η σχέση της Σοφίας Βέμπο με την πόλη μας, τον Λαγκαδά. Η Σοφία πέρασε αρκετές ευχάριστες παιδικές στιγμές στο Λαγκαδά, εξ’ αιτίας του γεγονότος ότι ο αδελφός της μητέρας της ήταν ο Ιωάννης Παντίρης, Δήμαρχος Λαγκαδά, ένας δραστήριος πρόσφυγας που μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των Λαγκαδιανών και να τον εκλέξουν Δήμαρχο λίγα μόλις χρόνια μετά την προσφυγιά του στην πόλη μας.

Το πραγματικό της όνομα ήταν Σοφία Μπέμπου, το γένος Παντίρη. Γεννήθηκε στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης στις 10 Φεβρουαρίου του 1910 όπου ο πατέρας της Αθανάσιος Γ. Μπέμπος (1864-1944), καταγόμενος από την Τσαριτσάνη είχε εγκατασταθεί εκεί δουλεύοντας ως καπνεργάτης. Το 1912 η οικογένειά της μετεγκαταστάθηκε στη Κωνσταντινούπολη, όπου εκεί γεννήθηκε ο αδελφός της Γιώργος (1914-1969), που τον αποκαλούσαν Τζώρτζη, η αδελφή της Αλίκη (1913-1993) και ο μικρότερος αδελφός της Ανδρέας (1919-1989).

Το 1914, με την υπογραφή της ελληνοτουρκικής συμφωνίας ανταλλαγής πληθυσμών που συνομολόγησε η κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου, η οικογένειά της αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και επέστρεψε στην Τσαριτσάνη και από εκεί εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Βόλο.

Στο Βόλο η Έφη Μπέμπο, όπως αρεσκόταν να λέγεται, μετά τις εγκύκλιες σπουδές της αναγκάστηκε λόγω φτώχειας να δουλεύει για να βοηθήσει την οικογένειά της. Έτσι ξεκίνησε να δουλεύει ταμίας στο κατάστημα «Φλωρία» του Βόλου. Παράλληλα της άρεσε η μουσική και αγοράζοντας μία κιθάρα άρχισε να εξασκείται σ' αυτή με τη βοήθεια της φίλης της Μαρίτσας Χασάπη. Σε μια εξομολόγηση της μιλάει με πολύ αγάπη για τον αδελφό της μητέρας της Ιωάννη Παντίρη και στο πόσο συνέβαλλε με το ανοιχτό του μυαλό στο να μάθει μουσική. Θυμόταν με πολύ συγκίνηση τα παιδιά της χρόνια και τις επισκέψεις της στο Λαγκαδά, τα υπέροχα καλοκαίρια της στην πόλη μας, τον λατρεμένο της θείο-Γιάννη, ο οποίος την πήγαινε στη Θεσσαλονίκη για να γνωρίσει την πόλη και να την ξεναγήσει στις ομορφιές της. Θυμάται τα κεράσματα και τα δώρα του θείου καθώς απολάμβανε την αγάπη του ως κόρη της αγαπημένης του αδελφής.

Τον Σεπτέμβριο του 1933 αποφάσισε να πάει στη Θεσσαλονίκη να βρει τον αδελφό της Τζώρτζη που σπούδαζε εκεί που είχε καιρό να στείλει γράμμα. Οι γονείς της αντέδρασαν αλλά ο θείος και πάλι μεσολάβησε και έγινε το όνειρο πραγματικότητα. Έτσι παίρνοντας την κιθάρα της επιβιβάστηκε στο Α/Π Κεφαλληνιά όπου στη διάρκεια του ταξιδιού της άρχισε με την κιθάρα της το τραγούδι. Σε ελάχιστο χρόνο όλοι οι επιβάτες του πλοίου και το πλήρωμα βρίσκονταν γύρω της και την χειροκροτούσαν ενθουσιασμένοι από τη φωνή της. Αυτή θεωρητικά ήταν και η πρώτη δημόσια εμφάνιση της Σοφίας.

Αυτό το ταξίδι στη Θεσσαλονίκη στάθηκε η αφορμή μιας μεγάλης καριέρας, διότι μεταξύ των επιβατών ήταν και ένας καλλιτεχνικός διευθυντής που, ακούγοντάς την, ενθουσιάστηκε τόσο πολύ που στο τέλος την πλησίασε και της συστήθηκε, Κωνσταντίνος Τσίμπας, ήταν ο μεγαλύτερος ιμπρεσάριος της Θεσσαλονίκης, ο οποίος και πρότεινε στη Μπέμπο με την άφιξή της στη Θεσσαλονίκη να δουλέψει στο μεγάλο κοσμικό κέντρο ΑΣΤΟΡΙΑ. Φθάνοντας η Μπέμπο στη Θεσσαλονίκη, όπου την περίμενε ο αδελφός της, συζήτησε την πρόταση του Τσίμπα οπότε με τη συγκατάθεση εκείνου και του θείου της, η Μπέμπο την επομένη ξεκίνησε τις πρώτες καλλιτεχνικές της εμφανίσεις, όπου οι θαμώνες κάθε βράδυ παρέτειναν το πρόγραμμά της με τα συνεχή χειροκροτήματά τους.

Μέσα σε μια μόλις εβδομάδα η φήμη της έχει φθάσει στην Αθήνα όπου και αμέσως της γίνεται πρόταση να εμφανιστεί στο θέατρο του Φώτη Σαμαρτζή. Η Μπέμπο, ενημερώνοντας σχετικά τους γονείς της που δεν έφεραν αντίρρηση, αποδέχθηκε την πρόταση και στις 25 Οκτωβρίου του 1933 βρίσκεται στην αθηναϊκή σκηνή του θεάτρου «Κεντρικόν», του Φώτη Σαμαρτζή, στην πλατεία Κολοκοτρώνη, συμμετέχοντας στην επιθεώρηση «Παπαγάλος 33», με τον θίασο Σαμαρτζή - Μηλιάδη.

Στην επιθεώρηση αυτή η Μπέμπο παρουσιαζόταν σαν τσιγγάνα με μια κιθάρα με την οποία και απέδιδε το πρώτο της τραγούδι που ήταν «Μια γυναίκα πέρασε». Η επιτυχία που είχε ήταν εκπληκτική, όταν στο τέλος υποκλίθηκε και περνώντας την κιθάρα της στον ώμο κατευθύνθηκε προς τα παρασκήνια, οι άλλοι ηθοποιοί της φώναζαν:

— «Που πας, δεν ακούς τον κόσμο που σου φωνάζουν "μπιζ";»

— «Και τι με νοιάζει εμένα αν φωνάζουν "μπιζ";» αποκρίθηκε η Μπέμπο, μη γνωρίζοντας τον όρο που σήμαινε επανάληψη.

Τέσσερις φορές χρειάστηκε η Μπέμπο να επαναλάβει αυτό το τραγούδι κατά τη πρεμιέρα προκειμένου να ικανοποιήσει το κοινό που παραληρούσε και χειροκροτούσε όρθιο. Στο τέλος της παράστασης όλοι οι ηθοποιοί την συνεχάρησαν λέγοντας της «μπράβο ήσουν υπέροχη», μεταξύ των οποίων ο Ορέστης Μακρής, η Μαρίκα Νέζερ, ο Φώτης Αργυρόπουλος κ.ά. Τότε υπέγραψε συμβόλαιο 10.000 δραχμών το μήνα, αστρονομικό για την εποχή εκείνη για έναν τραγουδιστή και για μία θεατρική περίοδο. Σημειώνεται μάλιστα ότι στη παράσταση αυτή ο Πολ Νορ την βάπτισε καλλιτεχνικά Σοφία Βέμπο (αντί Έφη Μπέμπο). Από εκείνη την πρώτη παράσταση η καλλιτεχνική εξέλιξη της Σοφίας Βέμπο πλέον, υπήρξε αλματώδης και κυρίως ιστορική γιατί συνέδεσε το όνομά της με μια λαμπρή εποποιία με το θαύμα του 1940!

Τρύφων Τσομπάνης



 

ALBUM ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ



Επικοινωνία με lagadas.net
Επιτρέπεται η αναδημοσιεύση του υλικού μόνο με την αναφορά της πηγής © 2010 lagadas.net
design by aksium